Δευτέρα 26 Φεβρουαρίου 2024

Η ελληνική στεγαστική κρίση, η "Χρυσή Βίζα" και το Airbnb

 Η στεγαστική κρίση αποτελεί μαζί με την ακρίβεια, την κατάρρευση της δημόσιας υγείας και της δημόσιας παιδείας και το δημογραφικό αποτελεί ένα από τα πέντε σημαντικότερα προβλήματα της χώρας - έχοντας μάλιστα σημαντική σύνδεση με το δημογραφικό. Τα αίτια της στεγαστικής κρίσης δεν είναι απλά αν και η βασική πηγή του προβλήματος είναι η "χρυσή βίζα", ένα πρόγραμμα που ξεκίνησε πριν από μερικά χρόνια και η εισαγωγή του στην ελληνική νομοθεσία, συνδέθηκε με την άνοδο του βραχυχρόνιας μίσθωσης - αλλά όχι μόνο: Όταν το ενοίκιο για ένα 3άρι πλέον κοστίζει 900 ευρώ το μήνα στις τουριστικές επαρχιακές πόλεις, τα αίτια είναι σίγουρα βαθύτερα. Ο καθηγητής Κώστας Λαπαβίτσας γράφει αναλυτικά για το φαινόμενο:

Οι στεγαστικές κρίσεις είναι χαρακτηριστικό του χρηματιστικοποιημένου καπιταλισμού. Μόλις την περασμένη εβδομάδα οι Ταϊμς της Νέας Υόρκης ανέφεραν ότι η πόλη αντιμετωπίζει τη χειρότερη στεγαστική κρίση των τελευταίων 50 ετών, με το ποσοστό των διαθέσιμων ενοικιαζομένων ακινήτων να πέφτει στο εξαιρετικά χαμηλό 1,4% το 2023. Αναπόφευκτα τα ενοίκια και οι τιμές των κατοικιών έχουν σκαρφαλώσει σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα. Στο Λονδίνο τα πράγματα είναι μάλλον χειρότερα και η κατάσταση δεν είναι πολύ καλύτερη στο Παρίσι.

Προφανώς υπάρχουν κοινά αίτια που αντανακλούν τη χρηματιστικοποίηση της στέγασης στις προηγμένες καπιταλιστικές χώρες. Συγκεκριμένα, τα σπίτια έχουν μετατραπεί σε χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία που προσελκύουν τράπεζες και άλλους χρηματοπιστωτικούς φορείς, οι οποίοι ενισχύουν τη στεγαστική κερδοσκοπία κυρίως μέσα στη μεσαία τάξη. Το κράτος, εν τω μεταξύ, αποχωρεί από την παροχή δημόσιας κατοικίας. Αλλά η κατοικία δεν είναι ένα κανονικό εμπόρευμα. Πρώτον, η πλειονότητα των εργαζομένων αναζητά συνήθως μια στέγη πάνω από το κεφάλι της και όχι κέρδη. Δεύτερον, η αγορά κατοικία αφορά κυρίως το υπάρχον απόθεμα και όχι τη ροή νεόδμητων κατοικιών. Κατά συνέπεια, η αγορά κατοικίας είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη στους κανονισμούς, τους νόμους και τις παραδοσιακές πρακτικές κάθε χώρας. Με την ίδια λογική, η χρηµατιστικοποίηση της στέγασης διαφέρει πολύ από χώρα σε χώρα.

Η Ελλάδα αποτελεί ένα πρωτοφανές πρόσφατο παράδειγμα στεγαστικής κρίσης. Τα στοιχεία είναι συγκλονιστικά. Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδας, κατά τα τρία πρώτα τρίμηνα του 2023 οι τιμές των νέων διαμερισμάτων (κάτω των 5 ετών) στην Αθήνα αυξήθηκαν κατά 13% σε σχέση με το 2022. Οι τιμές των παλαιότερων διαμερισμάτων (άνω των 5 ετών) αυξήθηκαν κατά 16%. Τα ποσοστά ήταν ακόμη υψηλότερα στη Θεσσαλονίκη: 16% για τα νέα και 17% για τα παλαιότερα διαμερίσματα. Οι αυξήσεις αυτές ήρθαν να προστεθούν στη σημαντική άνοδο κάθε χρόνο από το 2018. Ο κοινωνικός αντίκτυπος είναι τεράστιος και καταστροφικός. Η Ελλάδα έχει σήμερα τη χειρότερη οικονομική προσβασιμότητα σε κατοικίες στην ΕΕ: Το 32,4% του ελληνικού αστικού πληθυσμού ζει σε κατοικίες που κοστίζουν περισσότερο από το 40% του διαθέσιμου εισοδήματος. Και μόνο οι αριθμοί αυτοί συνιστούν απόδειξη της εκτεταμένης (και συχνά σιωπηλής) φτώχειας στη χώρα.

Οι Έλληνες εργαζόμενοι συνθλίβονται μεταξύ των εξαιρετικά υψηλών τιμών των κατοικιών, από τη μια, και του δεύτερου χαμηλότερου ακαθάριστου διαθέσιμου εισοδήματος στην ΕΕ (λίγο πάνω από τη Σλοβακία), από την άλλη. Το ποσοστό των νοικοκυριών που ζουν σε νοικοκυριά με καθυστερήσεις στις πληρωμές στεγαστικών δανείων, ενοικίων και λογαριασμών κοινής ωφέλειας είναι το υψηλότερο στην ΕΕ, δηλαδή 36,4%. Οι επιπτώσεις είναι δραματικές για τους νέους, οι οποίοι δεν είναι σε θέση να αποκτήσουν σπίτι, πόσο μάλλον να δημιουργήσουν οικογένεια. Η χρηματιστικοποίηση της στέγασης έφτασε στην Ελλάδα, όπως και η αναπόφευκτη κρίση. Αλλά εδώ σταματούν οι ομοιότητες με τις χώρες του πυρήνα της ΕΕ. Η ελληνική χρηματιστικοποίηση είναι υποτελής, επειδή η κύρια κινητήρια δύναμή της είναι κεφάλαια που προέρχονται από το εξωτερικό.

Η τυπική πορεία μιας στεγαστικής φούσκας είναι να μπαίνει επιθετικά στη αγορά ακινήτων το εγχώριο τραπεζικό σύστημα και να προκαλεί την άνοδο των τιμών παρέχοντας φθηνή πίστωση. Αυτό δεν συμβαίνει στην Ελλάδα. Το ενυπόθηκο χρέος μειώνεται σταθερά από το 2010 και η ροή νέων στεγαστικών δανείων είναι ουσιαστικά στάσιμη από το 2015. Οι τάσεις αυτές συμβαδίζουν απολύτως με τα υψηλά επιτόκια από το δεύτερο εξάμηνο του 2021, προφανώς για να χτυπηθεί ο πληθωρισμός. Η σημερινή ελληνική φούσκα ακινήτων δεν προκαλείται από το εγχώριο τραπεζικό σύστημα. Ο κύριος ένοχος δεν είναι δύσκολο να βρεθεί: Είναι οι άμεσες ξένες επενδύσεις (ΑΞΕ). Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδας, το 2022, οι συνολικές ΑΞΕ ανήλθαν σε 7,9 δισ. ευρώ, ποσό ρεκόρ. Από αυτές, τα 2,5 δισ. κατευθύνθηκαν σε χρηματοπιστωτικές δραστηριότητες και ασφάλειες και τα 0,8 δισ. σε ακίνητα. Οι δύο αυτές ροές αποτέλεσαν την κύρια πηγή κεφαλαίων για τη φούσκα των ακινήτων. Συγκρίνετε αυτά τα ποσά με το χαμηλό 1,5 δισ. που πιθανώς πήγε στη μεταποίηση (το πόσο πραγματικά πήγε είναι συζητήσιμο). Ο θόρυβος που συνεχώς κάνει η κυβέρνηση Μητσοτάκη σχετικά με τις επιτυχίες της στις ΑΞΕ είναι ντροπή.

Η πραγματικότητα είναι ότι η άνοδος των ΑΞΕ για τη στέγαση ξεκίνησε γύρω στο 2017 και η κύρια αιτία της ήταν η κυνική και διεφθαρμένη πρακτική της Χρυσής Βίζας. Μέχρι το 2023 η Ελλάδα είχε δεχθεί 31000 αιτήσεις και από αυτές περισσότερες από 21000 είχαν κατατεθεί μετά το 2021. Τα δύο τρίτα των αγοραστών ήταν Κινέζοι, ενώ υπήρχαν σημαντικά ποσοστά Τούρκων, Λιβανέζων, πολιτών του Ηνωμένου Βασιλείου κ.ά. Αγόρασαν σε μεγάλο βαθμό το υπάρχον απόθεμα κατοικιών, καθώς ο κατασκευαστικός τομέας μετά βίας προσπαθεί να ανακάμψει από την καταστροφή της προηγούμενης δεκαετίας. Η εισροή των ΑΞΕ συνοδεύτηκε από την εκτίναξη του Airbnb στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη και αλλού. Ο μετασχηματισμός που έχει προκληθεί στον τουρισμό είναι ιδιαίτερα εμφανής στα αστικά κέντρα, όπως και ο αντίκτυπος στην αγορά κατοικίας. Στο πλαίσιο αυτό, υπήρξαν και εγχώριοι παράγοντες που έχουν παίξει σημαντικό ρόλο στη φούσκα των κατοικιών. Μεγάλα τμήματα της μεσαίας τάξης ενεπλάκησαν, καθώς η διαδικασία απαιτεί ελάχιστη προσωπική επένδυση και μπορεί να αποφέρει σημαντικές αποδόσεις για να συμπληρώσει το χαμηλό εισόδημα.

Η υποτελής χρηματιστικοποίηση της κατοικίας στην Ελλάδα δίνει μια πραγματική εικόνα της οικονομίας που έχει δημιουργηθεί στη χώρα μετά τα πακέτα διάσωσης της προηγούμενης δεκαετίας. Χαρακτηρίζεται από αδύναμες επενδύσεις και χαμηλή παραγωγή, βασίζεται σε χαμηλούς μισθούς και χαμηλό διαθέσιμο εισόδημα, ευνοεί την άκρατη κερδοσκοπία στον τομέα των ακινήτων και των χρηματοπιστωτικών στοιχείων, ιδίως μέσω του αυξανόμενου τουρισμού. Η οικονομία της οποίας προΐσταται ο Μητσοτάκης έχει ήδη φέρει μια κρίση στέγασης χωρίς προηγούμενο, ιδίως για τους νέους. Στο μέλλον θα φέρει και ευρύτερη κρίση χωρίς προηγούμενο, γιατί αναπόφευκτα θα καταρρεύσει.

Δεν υπάρχει κανένα μυστήριο σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για να αντιμετωπιστεί η ελληνική στεγαστική κρίση. Πρώτα απ’ όλα, πρέπει να σταματήσουν οι τεράστιες κερδοσκοπικές εισροές ΑΞΕ. Η αύξηση του ορίου της Χρυσής Βίζας στα 500.000 ευρώ, την οποία έκανε ο Μητσοτάκης, δεν θα πετύχει πολλά. Η Χρυσή Βίζα φέρνει μόνο προβλήματα στην ελληνική κοινωνία και πρέπει να καταργηθεί εντελώς. Στη συνέχεια θα πρέπει να ληφθούν αυστηρά διοικητικά μέτρα για τη ρύθμιση τόσο του κόστους στέγασης όσο και του τομέα του Airbnb. Πάνω απ’ όλα, η χώρα χρειάζεται επειγόντως εκτεταμένο πρόγραμμα κατασκευής αξιοπρεπών δημόσιων κατοικιών, ειδικά για τους νέους. Αυτά που απαιτούνται είναι ξεκάθαρα. Αυτό που λείπει είναι η συνεκτική δημόσια φωνή που θα τα διεκδικήσει. Τίποτε δεν θα γίνει αν δεν υπάρξει αυτενέργεια και δράση από αυτούς που σηκώνουν το μεγάλο βάρος της κρίσης.

Παρασκευή 9 Φεβρουαρίου 2024

Περί της ίδρυσης των ιδιωτικών πανεπιστημίων στην χώρα μας... (Η συνέχεια)...

 Συνεχίζουμε τη συζήτηση για ένα από τα μείζονα ζητήματα των ημερών - το νομοσχέδιο για την ίδρυση των ιδιωτικών πανεπιστημίων στην χώρα μας. Ένα θέμα που έχει διχάσει τόσο την κοινή γνώμη όσο και τους Συνταγματολόγους (δείτε εδώ την κοινή επιστολή 8 εξ αυτών που εκφράζει ρητά την άποψη ότι η "παράκαμψη" του Συντάγματος δε δικαιολογείται και δε στηρίζεται νομικά).


Η δημοσιοποίηση του σχεδίου νόμου του υπουργείου Παιδείας, επιβεβαίωσε τις ανησυχίες για τον τρόπο που μεθοδεύεται η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων, και τις οποίες είχαμε εκφράσει σε προηγούμενη ανάρτησή μας εδώ

Και αυτό γιατί η ανάρτηση στη δημόσια διαβούλευση του σχετικού σχεδίου νόμου περιλαμβάνει αρκετά σημεία που δείχνουν ότι ότι αυτό που θα έχουμε θα είναι απλώς μια προσφορά εμπορευματοποιημένης και όχι απαραίτητα υψηλού επιπέδου «ανώτατης εκπαίδευσης» και των αντίστοιχων τίτλων που πλέον θα αναγνωρίζονται αυτόματα. Στα πλαίσια της παρουσίασης του ζητήματος αναδημοσιεύουμε το άρθρο του Παναγιώτη Σωτήρη από το in.gr:

Βασική πλευρά της κυβερνητικής ρητορικής μέχρι τώρα ήταν θα έλθουν μεγάλου κύρους αναγνωρισμένα πανεπιστήμια του εξωτερικού και θα ιδρύσουν δικά τους παραρτήματα στην Ελλάδα, μεταφέροντας και το ανάλογο κύρος, όπως και ότι αυτό είναι διαφορετικό από τις διάφορες συμφωνίες συνεργασίας που έχουν ήδη διάφορα κολέγια. Όμως, ο τρόπος με τον οποίο ορίζεται στο νομοσχέδιο το Νομικό Πρόσωπο Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης είναι κάπως διαφορετικός. Στο άρθρο 129, παράγραφος β’ ορίζεται ως εξής: ««Νομικό Πρόσωπο Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (Ν.Π.Π.Ε.)»: νομικό πρόσωπο ειδικού σκοπού μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, ρυθμιζόμενο με τις διατάξεις του παρόντος, με αποκλειστικό σκοπό την παροχή υπηρεσιών ανώτατης εκπαίδευσης, το οποίο συνδέεται απευθείας με το μητρικό ίδρυμα, και αποτελεί παράρτημά του στην Ελλάδα, με βάση απόφαση του αρμοδίου οργάνου του μητρικού ιδρύματος που προσδιορίζει λεπτομερώς την εσωτερική μεταξύ τους σχέση και αντανακλάται επί του κεφαλαίου ή με βάση συμφωνίες πιστοποίησης (validation) ή δικαιόχρησης (franchising), οι οποίες διασφαλίζουν ουσιωδώς την ορθή τήρηση των ακαδημαϊκών προτύπων του μητρικού ιδρύματος.» Εδώ πρέπει να επισημάνουμε ότι όταν μιλάμε για συμφωνίες πιστοποίησης (validation) ή δικαιόχρησης (franchising) δεν μιλάμε για κάτι που απέχει πολύ από τη σημερινή κατάσταση όπου τα Κολέγια προσφέρουν προγράμματα πιστοποιημένα από το μητρικό, ενώ αντίστοιχα και η έννοια του franchise είναι αρκετά διαφορετική από την έννοια του «έρχεται το ξένο πανεπιστήμιο». Και παρότι η κυβέρνηση υποστήριζε σε ένα προηγούμενο διάστημα ότι έβαλε φραγμό στις διαθέσεις των Κολεγίων να γίνουν πανεπιστήμια, φαίνεται ότι τους ανοίγει έναν δρόμο, να μετατρέψουν την ισχύουσα σχέση τους με ένα Πανεπιστήμιο του εξωτερικού σε μια μορφή «μη κερδοσκοπικού» ΝΠΠΕ και να αποκτήσουν χαρακτήρα μη κρατικού πανεπιστημίου. Να σημειώσουμε εδώ ότι μη κερδοσκοπικό δεν σημαίνει μη κερδοφόρο, απλώς ότι δεν διανέμονται τα κέρδη στους μετόχους, αλλά επανεπενδύονται. Μόνο που είναι πολύ εύκολο να φτιαχτεί ένα πλέγμα συναλλαγών που θα επιτρέπουν σε όποιον επενδύει να αποκομίζει το σχετικό κέρδος. Το όλο θέμα θυμίζει "ΜΚΟ", το καθεστώς των οποίων δημιουργήθηκε για το κοινό καλό, αλλά ξέρουμε πολύ καλά ότι δεκάδες φτιάχτηκαν με σκοπό να αποκομίζουν οι "ηγέτες" τους οικονομικά οφέλη και μόνο.

Ένα άλλο ερώτημα ήταν πως θα υπήρχε έλεγχος ώστε να είναι όντως υψηλού επιπέδου πανεπιστημιακά ιδρύματα. Ως προς αυτό υποτίθεται ότι θα υπήρχαν τα αυστηρά κριτήρια που θα θέτει και θα ελέγχει η ΕΘΑΑΕ. Όμως, μια ματιά στις διατυπώσεις του σχεδίου νόμου δείχνει ότι σε κρίσιμα ζητήματα δεν είναι η ΕΘΑΑΕ που πιστοποιεί αλλά το μητρικό ίδρυμα. Και αυτό γιατί μπορεί η ΕΘΑΑΕ να ελέγχει εάν υπάρχουν οι κατάλληλες κτιριακές εγκαταστάσεις, όμως ως προς τα προγράμματα σπουδών αυτό που ελέγχει είναι εάν «διαθέτει την αξιολόγηση και πιστοποίηση από το μητρικό ίδρυμα για τα προσφερόμενα προγράμματα σπουδών του». Εάν είναι πιστοποιημένο από το μητρικό ίδρυμα, τότε το πιστοποιεί και η ΕΘΑΑΕ και στην συνέχεια αυτό το πρόγραμμα σπουδών δίνει τίτλο σπουδών που αναγνωρίζεται «αυτόματα» ως τίτλος του μητρικού ιδρύματος, χωρίς τη διαδικασία του ΔΟΑΤΑΠ. Αυτή η μεταφορά της αρμοδιότητας στο μητρικό ίδρυμα αποτυπώνεται και στο πως ορίζεται το διδακτικό και ερευνητικό προσωπικό. Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι στον μέχρι τώρα διάλογο η κυβέρνηση επέμεινε στο ότι θα υπάρχουν τουλάχιστο 30 διδάσκοντες με διδακτορικό. Τώρα, οι διατυπώσεις του νόμου παραπέμπουν απλώς στο ότι θα είναι «κάτοχοι διδακτορικού σε θέμα συναφές με το αντικείμενο της διδασκαλίας τους και διαθέτει τα ουσιαστικά προσόντα, που απαιτούνται για την κατοχή θέσης διδακτικού προσωπικού αντίστοιχης βαθμίδας, καθώς και ειδικό διδακτικό προσωπικό με προσόντα, τρόπους επιλογής και όρους υπηρεσίας, αντίστοιχους με εκείνους του μητρικού ιδρύματος.» 

Όμως, η έννοια του διδακτικού και ερευνητικού προσωπικού μέχρι σήμερα δεν σήμαινε απλά την κατοχή διδακτορικού και μια αντιστοιχία με το «μητρικό ίδρυμα». Στη χώρα μας σήμαινε κατοχή διδακτορικού, ερευνητικό έργο και προϋπηρεσία και διαδικασία εκλογής από ένα εκλεκτορικό σώμα της αυτής ή ανώτερης βαθμίδας στη βάση του ερευνητικού έργου, με ταυτόχρονη περιγραφή των απαιτήσεων για κάθε βαθμίδα. Αυτό είναι διαφορετικό από την πρακτική ορισμένων ιδιωτικών πανεπιστημίων του εξωτερικού όπου είναι κατά βάση απόφαση της διοίκησης η πρόσληψη του διδακτικού προσωπικού. Ούτε αποτελεί εγγύηση η γενική αναφορά ότι «τα κριτήρια εκλογής και εξέλιξης εγκρίνονται από το μητρικό ίδρυμα και τηρούν τις αρχές της διαφάνειας, της λογοδοσίας, της αξιοκρατίας, της ακαδημαϊκής ελευθερίας και της ποιοτικής παροχής υπηρεσιών ανώτατης εκπαίδευσης». Η έννοια του πανεπιστημίου δεν ταυτίζεται με αυτή του εκπαιδευτήριου. Ένα πανεπιστήμιο είναι ένας σύνθετος εκπαιδευτικός, μορφωτικός και ερευνητικός οργανισμός. Γι’ αυτό και διαμορφώθηκε μια μεγάλη παράδοση, που στην Ελλάδα αποτυπώθηκε διαχρονικά στη νομοθεσία για τα δημόσια πανεπιστήμια αλλά και στη σχετική συνταγματική πρόβλεψη, αυτοδιοίκητου των πανεπιστημίων. 

Αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με την αυτονομία ως προς την απόφαση, αλλά και με το ότι τα όργανα που απαρτίζονται από το ακαδημαϊκό προσωπικό (και όχι π.χ. το τμήμα μάρκετινγκ ή τον οικονομικό διευθυντή) είναι αυτά που πρέπει κατεξοχήν να έχουν την ευθύνη των βασικών αποφάσεων για την κατεύθυνση των ιδρυμάτων. Αυτό σημαίνει ένα πανεπιστήμιο πρέπει να έχει αποφασιστικά όργανα όπως είναι οι Συνελεύσεις των Τμημάτων ή η Σύγκλητος. Στα ΝΠΠΕ το ακαδημαϊκό όργανο θα έχει μόνο συμβουλευτικό χαρακτήρα και όχι αποφασιστικό. Όπως αναφέρει το άρθρο 148, παράγραφος 1: «Σε κάθε Ν.Π.Π.Ε. λειτουργεί ακαδημαϊκό όργανο, το οποίο απαρτίζεται από μέλη του εκπαιδευτικού προσωπικού του, που εκπροσωπούν τις Σχολές του και λειτουργεί ως συμβουλευτικό όργανο, προτείνοντας στρατηγικές που σχετίζονται με την ερευνητική και εκπαιδευτική αποστολή του». Αυτό σημαίνει αποφάσεις πραγματικές θα παίρνει το μάνατζμεντ. Μόνο που αυτό δεν παραπέμπει ακριβώς σε… ακαδημαϊκότητα. 

Ένα βασικό πεδίο αντιπαράθεσης εξαρχής γύρω από τα μη κρατικά πανεπιστήμια ήταν το ενδεχόμενο να διαμορφωθούν δύο δρόμοι εισόδου στην ανώτατη εκπαίδευση, συμπεριλαμβανομένων των σχολών υψηλής ζήτησης όπως είναι οι ιατρικές ή νομικές σχολές: ένας που θα περνάει μέσα από τις πανελλήνιες και την ανάγκη υψηλών σχολικών επιδόσεων και ένας που θα περνάει από την ικανότητα καταβολής των διδάκτρων. Η κυβέρνηση είχε προσπαθήσει να υποστηρίξει ότι όλα αυτά θα λύνονταν μέσα από τη θεσμοθέτηση υψηλών ακαδημαϊκών κριτηρίων. Όμως, το σχέδιο νόμου προβλέπει απλώς να πετύχει ο φοιτητής την μικρότερη δυνατή ελάχιστη βάση εισαγωγής, δηλαδή τον χαμηλότερο μέσο όσο ανά πεδίο και αυτόν πολλαπλασιασμένο με τον συντελεστή 0,8. Όπως αναφέρει το σχέδιο νόμου: «με ελάχιστη βάση εισαγωγής (ΕΒΕ), η οποία προκύπτει από τον μικρότερο εκ των μέσων όρων των βαθμολογιών του συνόλου των εξεταζομένων ανά επιστημονικό πεδίο, πολλαπλασιαζόμενο με τον συντελεστή 0,8». Και όπως το διευκρινίζει το υπουργείο Παιδεία στο κείμενο ερωταπαντήσεων που έδωσε: «Η βάση αυτή θα είναι μία, και θα προκύπτει από τον μικρότερο εκ των μέσων όρων των βαθμολογιών του συνόλου των εξεταζόμενων ανά επιστημονικό πεδίο πολλαπλασιαζόμενο με συντελεστή 0.8». 
Για να καταλάβουμε τι σημαίνει αυτό ας δούμε τους φετινούς μέσους όρους των πανελλαδικώς εξεταζομένων μαθημάτων ανά επιστημονικό πεδίο, πολλαπλασιασμένους με συντελεστή 0,8. 
1o ΠΕΔΙΟ Μέσος Όρος Πεδίου    11,78Χ 0,80=9,42 
2ο ΠΕΔΙΟ Μέσος Όρος Πεδίου    12,34Χ0,80=9,87 
3ο ΠΕΔΙΟ Μέσος Όρος Πεδίου    11,64 Χ0,80=9,31 
4ο ΠΕΔΙΟ Μέσος Όρος Πεδίου    10,43Χ0,80=8,34.

 Όπως βλέπουμε ο χαμηλότερος μέσος όρος είναι στο τέταρτο πεδίο και με συντελεστή 0,8 μας δίνει μια βάση 8,34/20 ακόμη και για τη μη κρατική Ιατρική Σχολή, όταν π.χ. η Ιατρική Αθηνών είχε φέτος μια βάση που αντιστοιχούσε με μέσο όρο 19. Όλα αυτά καταλήγουν σε ένα κρίσιμο ερώτημα που είναι εάν όλη αυτή η συζήτηση ήταν προδιαγεγραμμένη να καταλήξει κάπου εδώ, δηλαδή στη νομιμοποίηση ιδρυμάτων που κατά βάση θα πάνε να καλύψουν μια ζήτηση εκπαιδευτικών υπηρεσιών κυρίως παρά να συμβάλουν σε μια συνολικότερη αναβάθμιση του ακαδημαϊκού τοπίου στη χώρα. 

Γιατί στην Ελλάδα πολλές φορές παρουσιάστηκε μια εξιδανικευμένη εικόνα των «ιδιωτικών πανεπιστημίων». Αυτό γινόταν με την προβολή διάσημων ιδρυμάτων, ιδρυμένων αιώνες πριν και σε χώρες όπου η έννοια του κρατικού πανεπιστημίου ήρθε αργότερα και τα οποία λόγω της ιστορίας τους είχαν υψηλά ερευνητικά και ακαδημαϊκά κριτήρια και παράδοση αυτοδιοίκητου (αν και πρόσφατα έχουν και αυτά προβλήματα ως προς αυτή τη διάσταση με τους χορηγούς να απαιτούν π.χ. απόλυση προέδρων με τις απόψεις των οποίων για το Παλαιστινιακό διαφωνούν). Όμως, στην πράξη αυτοί που πραγματικά προωθούσαν την ίδρυση τέτοιων ιδρυμάτων δεν απείχαν πολύ από τη λογική των ιδρυμάτων που κυρίως θα διεκδικούσαν μερίδιο μιας υπαρκτής «αγοράς», ιδρύματα πιο κοντά στη λογική των “private for profit” ακόμη και τύποις «μη κερδοσκοπικών». Δεν ήρθαν οι σύγχρονοι «ευεργέτες». 

Τα πράγματα κάνει χειρότερα, η επιλογή να μην συζητηθούν όλα αυτά εντός μιας συνταγματικής αναθεώρησης που θα μπορούσε να εξετάσει πολύ πιο αυστηρά και τα κριτήρια και τους όρους υπό τους οποίους θα μπορούσαν αυτά να λειτουργήσουν, πέραν προφανώς του να συζητήσει πολύ πιο ουσιαστικά την πραγματική σκοπιμότητα και αναγκαιότητα μιας τέτοιας κίνησης. Γιατί η παράκαμψη της συνταγματικής αναθεώρησης δεν είναι απλώς η παράκαμψη μιας πιο «χρονοβόρας» διαδικασίας. Είναι η άρνηση της αναγκαίας θεσμικής αυστηρότητας που θα κατοχύρωνε πολύ περισσότερο την όποια επιλογή και σε τελική ανάλυση θα την νομιμοποιούσε ουσιαστικά με τις ασφαλιστικές δικλείδες της διπλής κοινοβουλευτικής έγκρισης. Και τα αποτελέσματα αυτής της θεσμικής σπουδής είναι εμφανή ήδη από το σχέδιο νόμου...

Δευτέρα 22 Ιανουαρίου 2024

Μερικές σκληρές αλήθειες για το δημογραφικό...

 Στα 2016 γράψαμε ένα άρθρο με τίτλο που ρωτούσε αν βρισκόμαστε λίγο πριν το τέλος του ελληνισμού, με αφορμή το δημογραφικό. Το άρθρο είχε ξεσηκώσει αντιδράσεις, αφού πολλοί αναγνώστες του blog θεωρούσαν ότι ήμασταν υπερβολικοί. Σχεδόν 8 χρόνια αργότερα το θέμα έχει φτάσει στο κέντρο του ενδιαφέροντος, με την κυβέρνηση να εκμεταλλεύεται μια σκληρή πραγματικότητα για να κοπάσει το μεγάλο θόρυβο που προκαλεί το νομοσχέδιο για τους γάμους των ομοφυλοφίλων. 

Είναι τραγικό, κάποιοι να εκμεταλλεύονται ένα τόσο σοβαρό θέμα (και το οποίο στην πραγματικότητα αφορά το θεσμό της οικογένειας, που από την αρχή της μνημονιακής περιόδου έχει χτυπηθεί όσο κανένας άλλος θεσμός) και να το χρησιμοποιούν ως αντιπερισπασμό του αποτυχημένου τους χειρισμού σε σειρά θεμάτων, αλλά ίσως είναι μια ευκαιρία να πούμε μερικές αλήθειες - ώστε να μπορέσουμε να σώσουμε, ως χώρα, οτιδήποτε σώζεται...

Καταρχήν, όπως αναφέραμε και τότε, το πρόβλημα δεν είναι μόνο ελληνικό και δεν είναι πρόσφατο. Απλώς από το 2009 και μετά η μετανάστευση κοντά ενός εκατομμυρίου νέων ανθρώπων από την χώρα μας, ανθρώπων που βρίσκονται σε αναπαραγωγική ηλικία στους οποίους η χώρα και οι οικογένειές τους είχαν επενδύσει για το μέλλον, δημιούργησε ένα κενό το οποίο, με τους χαμηλούς αναπαραγωγικούς δείχτες που είχε η χώρα ούτως ή άλλως, δεν ήταν δυνατόν να καλυφθεί. Δηλαδή, κάτι το οποίο με τους ρυθμούς που πηγαίναμε θα συνέβαινε ούτως ή άλλως, συνέβει ταχύτερα. Η περίοδος μεταξύ του 2000 και του 2008, κατά την οποία μεγάλος αριθμός Ελλήνων μεταναστών επέστρεψε στην χώρα, ενώ μετανάστες από άλλες χώρες ήρθαν στην Ελλάδα για ένα καλύτερο αύριο, βρίσκοντας ευκαιρίες και έχοντας διάθεση να ενσωματωθούν, είχε δημιουργήσει μια πλασματική εικόνα για το μέλλον. 

Η περίοδος των μνημονίων όμως μας ξαναγύρισε στην πρότερη κατάσταση, μιας και έφυγε από την χώρα η επόμενη γενιά επιστημόνων, ενώ παράλληλα χάθηκε μεγάλο ποσοστό του εκπαιδευμένου εργατικού δυναμικού της χώρας προς όφελος των ευρωπαϊκών χωρών της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης. Αυτές οι χώρες πήραν τα καλύτερα μυαλά και τους καλύτερους τεχνίτες της Νότιας Ευρώπης, καταφέρνοντας έτσι να καλύψουν, χωρίς σοβαρή πολιτισμική αλλοίωση, το δικό τους δημογραφικό πρόβλημα. 

Γιατί ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλό μας: Η σκληρή πραγματικότητα, η οποία φαίνεται στην καθημερινότητα όλων των μεγάλων πολυ-πολιτισμικών χωρών, είναι ότι για να υπάρχει αρμονία στο εσωτερικό μιας χώρας, δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν τεράστιες εισροές στο εσωτερικό της από πληθυσμούς που διαφέρουν θρησκευτικά, κοινωνικά και πολιτισμικά. Και αυτό γιατί οι δομές του κράτους στον Δυτικό κόσμο πλέον δεν μπορούν να ενσωματώσουν ούτε εκπαιδευτικά, ούτε κοινωνικά τους νέους πληθυσμούς - ειδικά πληθυσμούς που δεν ήρθαν με διάθεση να ενσωματωθούν. Και όταν δεν υπάρχει ενσωμάτωση, δημιουργούνται γκέτο και ανισότητες, ειδικά σε μια χώρα όπως η Ελλάδα που οι θεσμοί από το 2009 και μετά έχουν καταρρεύσει συνολικά.  Η ζοφερή πραγματικότητα στα κέντρα των μεγάλων πόλεων της χώρας μας (και όχι μόνο) μιλάει από μόνη της.  

Η κυβέρνηση έχοντας σηκώσει ψηλά τα χέρια στο ζήτημα της ακρίβειας που ταλανίζει την χώρα, θεωρεί ότι μπορεί να κάνει μια πολιτική ρελάνς χρησιμοποιώντας το δημογραφικό και φέρνοντας σειρά από μέτρα που πιστεύει ότι θα δημιουργήσουν την εντύπωση ότι θέλει να αυξηθούν τις γεννήσεις και να ενισχυθεί ο θεσμός της οικογένειας. Έτσι αυξάνει τα επιδόματα γεννήσεων, αυξάνει τον αριθμό των vouchers για βρεφονηπιακούς σταθμούς, δημιουργεί κοινωνικά τιμολόγια για την ενέργεια και παρουσιάζει μια σειρά μέτρων για τη δημιουργία κέντρων απασχόλησης και παιδικών σταθμών σε μεγάλες επιχειρήσεις. 

Όλα αυτά είναι καλά και ενδιαφέροντα, αλλά δεν αρκούν. Πρώτον γιατί ένα υποθετικό ζευγάρι (ας τους ονομάσουμε "Μαρία και  Γιώργο"), δεν πρόκειται να κάνουν παιδί για να πάρουν 400 ευρώ παραπάνω στη γέννα. Καλό είναι ως bonus αλλά δεν αρκεί. Η "Μαρία και ο Γιώργος" δεν κάνουν οικογένεια και παιδιά γιατί οι εποχές έχουν αλλάξει και το να έχει κανείς οικογένεια δεν είναι πλέον σκοπός ζωής. Αλλά ακόμα και αν θα ήθελαν να το κάνουν, δυσκολεύονται γιατι δεν αισθάνονται ασφάλεια στη δουλειά τους, γιατί ξέρουν ότι και 9μηνο να γίνει η άδεια μητρότητας με πλήρη μισθό η πίεση θα είναι τεράστια για να γυρίσει νωρίτερα στην εργασία με φόβο απόλυσης (της Μαρίας) στην πρώτη ευκαιρία. Η "Μαρία και ο Γιώργος" ξέρουν ότι πολλοί σταθμοί δε δέχονται voucher (άρα και να το έχουν δεν πρόκειται να πάρουν θέση), και όταν δέχονται ζητούν έξτρα χρήματα για "δραστηριότητες". Ξέρουν ότι τα κέντρα απασχόλησης είναι μακρυά από το μέρος που διαμένουν και σε αυτά πάνε παιδιά με τα οποία (για τους δικούς τους λόγους το ζευγάρι) δεν θα ήθελε τα παιδιά τους να έκαναν παρέα. Γιατί ξέρουν ότι τα κέντρα απασχόλησης είναι απλώς (στη συντριπτική τους πλειοψηφία) κέντρα παρκαρίσματος και οι υπάλληλοι είναι κακοπληρωμένοι και δεν έχουν κίνητρα προσφοράς. Ξέρουν ότι αν αρρωστήσει το παιδί τους δε θα υπάρχει κανείς να τους βοηθήσει (και το αφεντικό θα γκρινιάζει που θα χάνουν μέρες για να προσέχουν το παιδί και θα συχτιρίζει την "καλοσύνη" του που δεν έδιωξε την Μαρία όταν γύρισε από την εγκυμοσύνη) ενώ και η επίσκεψη στον παιδίατρο θα κοστίζει ένα 50άρικο χωρίς τα φάρμακα, αφού ο παιδίατρος του ΕΟΠΥΥ δεν έχει ραντεβού γι' αυτούς σε αυτή τη ζωή. Ξέρουν επίσης ότι για ένα φροντιστήριο, ένα μάθημα αγγλικών συν ένα άθλημα την εβδομάδα, θα χρειάζονται όλο το μηνιάτικο που περισσεύει από το ενοίκιο (αν είναι τυχεροί και βρουν σπίτι!) ή το υπερφουσκωμένο δάνειο και το σούπερμαρκετ. Ξέρουν ότι με βάση τα έξοδά τους θα χρειάζονται να έχουν τους γονείς τους να "τσοντάρουν" κάθε μήνα για τα εγγόνια τους. Επίσης ξέρουν ότι σχεδόν καμία επιχείρηση δε θα φτιάξει παιδικό σταθμό στις εγκαταστάσεις. Όχι μόνο γιατί γενικά οι μεγάλες επιχειρήσεις στην Ελλάδα βλέπουν τους εργαζόμενους τους ως γαϊδάρους του 700άρικου, αλλά και γιατί στην πλειοψηφία τους οι Έλληνες δουλεύουν σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις που δεν μπορούν για ποικίλους λόγους να επενδύσουν σε τέτοια εγχειρήματα.

Όλα αυτά τα ξέρει βέβαια ο κύριος Μητσοτάκης και οι συν αυτώ. Αλλά είναι ζορισμένος και πρέπει να δείξει ότι ενδιαφέρεται (το οποίο σε προσωπικό επίπεδο μπορεί και να το κάνει, αλλά σε πολιτικό ούτε λόγος - τον πιέζει να μη χάσει την εξουσία). Ξέρει ότι η μόνη γρήγορη λύση για το δημογραφικό είναι οι μετανάστες. Και γι' αυτούς η λύση είναι μία: Όλοι οι μετανάστες που έρχονται να δηλώνονται κανονικά, να δουλεύουν για 500 ευρώ για να κάνουν τους εργάτες, τους οικοδόμους, τους αγρότες και τους σερβιτόρους στα τουριστικά καταλύμματα που χτίζονται και θα χτιστούν τα επόμενα χρόνια (ή για τις ανάγκες αυτών) και να μαζεύουν το ελαιόλαδο-χρυσάφι της χώρας. Θα είναι καλοδεχούμενοι ανεξαιρέτως θρησκείας, πολιτιστικής ταυτότητας και κουλτούρας. Και ας μην ενσωματωθούν ποτέ οι ίδιοι και ας δημιουργηθούν καινούργια γκέτο και καινούργιοι "κοινωνικά αποκλεισμένοι". Μια στο τόσο θα έχουμε ένα καινούργιο "Γιάννη" ή ένα νέο "Νέγρο του Μωριά" ή κάποιο φωτεινό μυαλό με γονείς μετανάστες που θα ξεπηδήσει από την ανέχεια και θα ανοίξει το δρόμο σε κάτι πρωτοποριακό - και θα χαιρόμαστε όλοι για την επιτυχία τους. Αλλά αυτοί θα είναι λίγοι  - οι περισσότεροι, θα ζουν σε γκέτο στην Αθήνα, την Θεσσαλονίκη και την Πάτρα. Αυτοί λοιπόν θα δώσουν τη λύση, με λίγη εσάνς "ψηφιακών νομάδων" των οποίων ο πληθυσμός, παρεπιπτόντως, είναι σε παγκόσμια μείωση, αφού οι μεγάλες εταιρείες πλέον ζητούν τους εργαζομένους "στα γραφεία τους". Αλλά και αυτοί πόσο θα έμεναν στην χώρα; Η τάση έτσι κι αλλιώς είναι να μένουν για λίγους μήνες σε διάφορα μέρη - και να κάνουν stories παραπόνων στο Instagram για το κακό "εσπρέσσο" της καφετέριας στο νησί που μένουν.

Για το "brain drain" και για την επιστροφή των Ελλήνων ούτε λόγος. Ή μάλλον λόγος γίνεται αλλά σε θεωρητικό επίπεδο. Για να επιστρέψουν όλοι αυτοί που έφυγαν πρέπει να υπάρχει οικονομική σταθερότητα, ικανοποιητικοί μισθοί και ένα περιβάλλον που θα προσελκύει. Θα πρέπει η χώρα να έχει δείξει ενδιαφέρον για όλους αυτούς τους Έλληνες τα χρόνια που έχουν μεταναστεύσει το εξωτερικό. Δυστυχώς τίποτε απ' όλα αυτά δε συμβαίνει. 

Και κάτι ακόμα: Οι Έλληνες που μετανάστευαν από τις αρχές μέχρι τα μέσα του προηγούμενου αιώνα, το έκαναν ως κάτι "προσωρινό". Δημιουργούσαν συλλόγους, πήγαιναν στις εκκλησίες και τις κοινότητες, έστελναν τα παιδιά τους στο "ελληνικό" σχολείο. Μιλούσαν στα παιδιά τους ελληνικά και με τα χρήματα που έβγαζαν έχτιζαν σπίτια και αγόραζαν χωράφια στην Ελλάδα. Αυτό κράτησε ζωντανές τις κοινότητες των Ελλήνων στο εξωτερικό. 
Το ποσοστό των Ελλήνων που έφυγαν στα χρόνια της κρίσης και κάνει κάτι από τα παραπάνω είναι ελάχιστο. Η δεύτερη γενιά, ειδικά για τα παιδιά που είναι γεννημένα στο εξωτερικό, δεν έχει γνώση της γλώσσας, η επαφή τους με άλλους Έλληνες περιορίζεται σε φόρουμ στο Facebook και η Ελλάδα είναι μια χώρα διακοπών και μόνο.       

Αυτοί οι Έλληνες δε θα γυρίσουν ποτέ, αν δεν αλλάξει κάτι ριζικά. Ευκαιρία λοιπόν για το ελληνικό πολιτικό σύστημα να το κάνει. Αλλιώς αυτό που λέγαμε πριν έξι χρόνια θα συμβεί σίγουρα: Θα έρθει το τέλος του ελληνισμού και θα συμβεί στην εποχή μας.

Τρίτη 9 Ιανουαρίου 2024

Περί της ίδρυσης των ιδιωτικών πανεπιστημίων στην χώρα μας...

Η ιστορία της δημιουργίας ιδιωτικών πανεπιστημίων στην χώρα μας, δια της πλαγίας οδού δεν είναι καινούργια. Η πρώτη προσπάθεια έγινε στα 2011 (διαβάστε σχετικά εδώ), με την τελική προσπάθεια να μένει ημιτελής λόγω των τεραστίων αντιδράσεων που δημιούργησαν οι τότε προσπάθειες. Η κυβέρνηση όμως του Κυριάκου Μητσοτάκη, "αφουγκραζόμενη την κοινωνία" (την οποία σε άλλες περιπτώσεις αγνοεί επιδεικτικά) και έχοντας ως σύμμαχο την ανυπαρξία αξιωματικής αντιπολίτευσης, προχωράει ακάθεκτη, γράφοντας το Σύνταγμα της χώρας (το οποίο ως γνωστόν έχει πολύ συγκεκριμένους ορισμούς για το ποιος μπορεί να είναι φορέας πανεπιστημιακής εκπαίδευσης στην χώρα μας) εκεί που δεν πιάνει μελάνι.

Ας ξεκινήσουμε όμως από την αρχή. Το νομοσχέδιο με τον κατ’ ευφημισμό τίτλο "Ελεύθερο Πανεπιστήμιο" συνιστά στο σύνολό του μια οργανωμένη προσπάθεια εξαπάτησης της κοινής γνώμης. 

Πρώτα γιατί είναι ψευδεπίγραφο, αφού αποκαλεί "ελεύθερα" τα ιδιωτικά πανεπιστήμια. Ακριβώς όπως αποκαλούν "ελεύθερη" την ανεξέλεγκτη και… δήθεν αυτορρυθμιζόμενη αγορά, την οποία ρυθμίζουν βέβαια κατά το δοκούν οι κερδοσκόποι. Το κερδοφόρο για τους κερδοσκόπους και καταστροφικό για το λαό μοντέλο της ελεύθερης, έως ασυδοσίας ενεργειακής αγοράς, θα εφαρμοστεί τώρα και στα πανεπιστήμια. Με τις ίδιες ολέθριες συνέπειες όσον αφορά στα δίδακτρα που οι επιχειρηματίες θα εκτινάξουν, προφανώς, στα ύψη. Αφού θα είναι ελεύθεροι να κερδίζουν όσα θέλουν, εμπορευματοποιώντας την επιστημονική γνώση και πουλώντας στην «ελεύθερη» αγορά πανεπιστημιακές σπουδές. 

Το δεύτερο στοιχείο εξαπάτησης στο νομοσχέδιο για τις ιδιωτικές εκπαιδευτικές επιχειρήσεις είναι ότι για να παραπλανήσουν την κοινή γνώμη, αποφεύγουν να τα αποκαλέσουν με το πραγματικό τους όνομα. Έτσι, αποκαλώντας τα δημόσια πανεπιστήμια κρατικά, βαφτίζουν σε αντιδιαστολή τα ιδιωτικά σαν δήθεν μη κρατικά. Μόνο που τα ελληνικά, όπως άλλωστε και τα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια, δεν είναι κρατικά. Και συνεπώς δεν είναι ανελεύθερα, όπως ατεκμηρίωτα ισχυρίζονται. Κρατικά πανεπιστήμια υπάρχουν μόνο σε ολοκληρωτικά καθεστώτα, όπως στη Βόρεια Κορέα. Την οποία επικαλείται η κυβέρνηση σαν πρότυπο κράτους που ακόμη κι αυτή, λέει, έχει ιδιωτικά πανεπιστήμια. Τα κρατικά πανεπιστήμια δεν είναι δημόσια, δεν είναι δηλαδή ΝΠΔΔ και δεν είναι αυτοδιοικούμενα. Οι διοικήσεις τους διορίζονται από το κράτος και δεν εκλέγονται σε ελεύθερες εκλογές από την πανεπιστημιακή κοινότητα. Οι καθηγητές τους δεν είναι δημόσιοι λειτουργοί, όπως στην Ελλάδα, αλλά κρατικοί υπάλληλοι. Όσο για την προς διδασκαλία ακαδημαϊκή ύλη, αυτή δε διαμορφώνεται ελεύθερα από το ακαδημαϊκό προσωπικό, αλλά περνά από την οδό της κρατικής λογοκρισίας. Καμία σχέση δηλαδή με ό,τι συμβαίνει στα ελληνικά πανεπιστήμια. Εφόσον, λοιπόν, τα πανεπιστήμια εδώ είναι δημόσια και αυτοδιοικούμενα, η έννοια του αντίθετου, δηλαδή του μη κρατικού πανεπιστημίου, δεν υφίσταται. Το αντίθετο του δημόσιου και αυτοδιοικούμενου πανεπιστημίου είναι το ιδιωτικό και απολύτως κερδοσκοπικό πανεπιστήμιο. Ποιος, άλλωστε, πιστεύει ότι υπάρχουν επιχειρηματίες οι οποίοι θα επενδύσουν εκατομμύρια ευρώ στις ιδιωτικές εκπαιδευτικές επιχειρήσεις, μια και η εκπαίδευση είναι ένα πολύ ακριβό σπορ, χωρίς να έχουν σαν σκοπό τους το κέρδος; 

Το τρίτο στοιχείο εξαπάτησης στο νομοσχέδιο για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια αφορά στο ότι θα έρθουν, δήθεν, στη χώρα μας, μέσω επιχειρηματικών ομίλων, μεγάλα και εμβληματικά πανεπιστήμια των ΗΠΑ και της Ευρώπης. Τα μεγάλα πανεπιστήμια όπως το Harvard, to Yale ή το MIT δεν έχουν κανένα λόγο να έρθουν στη μικρή «αγορά» της Ελλάδας σαν ιδιωτικές εκπαιδευτικές επιχειρήσεις. Κι αυτό, όχι μόνο γιατί λόγω του περιορισμένου μεγέθους της… αγοράς, δεν περιμένουν να κερδίσουν απολύτως τίποτε. Αλλά κι ακόμη, γιατί δεν είναι πρόθυμα, μέσω των συνεργασιών με ιδιώτες, να διακυβεύσουν το καλό τους όνομα. Άλλωστε τα πανεπιστήμια αυτά, αν ενδιαφέρονταν πράγματι να έρθουν στην Ελλάδα, θα προτιμούσαν να το κάνουν με συνεργασίες με τα υψηλού κύρους δημόσια πανεπιστήμια. Και όχι με αγοραίες συνεργασίες με επιχειρηματίες που δεν έχουν ιδέα από ανώτατη εκπαίδευση. Κομίζει, άλλωστε, γλαύκα στην Αθήνα η κυβέρνηση, όταν υποστηρίζει ότι με τα ιδιωτικά πανεπιστήμια θα μας έρθουν τα φώτα από τη Δύση. Αφού η κυβέρνηση που εμπορευματοποιεί την Ανώτατη Εκπαίδευση φαίνεται να μην γνωρίζει ότι τα ελληνικά δημόσια πανεπιστήμια, εδώ και χρόνια, έχουν συνάψει εκατοντάδες συμφωνίες ανταλλαγής φοιτητών και προσωπικού με μεγάλα και εμβληματικά διεθνή πανεπιστήμια. Υπάρχει, άλλωστε, και το ευρωπαϊκό πρόγραμμα Erasmus, μέσω του οποίου χιλιάδες φοιτητές και καθηγητές, κάθε χρόνο, παρακολουθούν μέρος των σπουδών τους και διδάσκουν σε ευρωπαϊκά πανεπιστήμια. 

Το τέταρτο ζήτημα εξαπάτησης της κοινής γνώμης στην υπόθεση της νομιμοποίησης των ιδιωτικών πανεπιστημίων στην Ελλάδα, έχει να κάνει με τον μύθο ότι, δήθεν, τα ιδιωτικά πανεπιστήμια θα καλύψουν το κενό που άφησε η επί τούτοις φτωχοποίηση, η συρρίκνωση, η υποχρηματοδότηση και η υποστελέχωση των δημόσιων πανεπιστημίων από την κυβέρνηση. Φτάνουν μάλιστα στο σημείο να υποστηρίζουν ότι τα ιδιωτικά πανεπιστήμια θα αναγκάσουν, δήθεν, τα δημόσια, δια του ανταγωνισμού, να βελτιωθούν. Η ευρωπαϊκή εμπειρία, όμως, διαψεύδει κάθε παρόμοιο επιχείρημα. Στη Γερμανία, στα 83 μικρά ιδιωτικά πανεπιστήμια που έχουν ιδρυθεί και λειτουργούν, σπουδάζει μόλις το 1% του φοιτητικού πληθυσμού. Το ίδιο συμβαίνει και στην υπόλοιπη Ευρώπη, όπου τα δημόσια πανεπιστήμια εξακολουθούν να καλύπτουν το συντριπτικό 90% ή και ακόμη περισσότερο των συνολικών εκπαιδευτικών αναγκών. Μύθος, λοιπόν, ότι θα έρθουν στην Ελλάδα σοβαρές εκπαιδευτικές επιχειρήσεις, εκπροσωπώντας μεγάλα διεθνή πανεπιστήμια. Όπως μύθος, επίσης, είναι ότι αυτά θα έχουν μεγάλη συμβολή στη διαμόρφωση της «εκπαιδευτικής αγοράς». Η μόνη συμβολή που θα έχουν θα είναι στα κέρδη των επιχειρηματιών που θα πιάσουν την ευκαιρία. 

Η πέμπτη εξαπάτηση τα κοινής γνώμης αφορά στον μύθο ότι, δήθεν, τα ιδιωτικά πανεπιστήμια θα επαναφέρουν τους 40.000 Έλληνες φοιτητές που σπουδάζουν στο εξωτερικό. Πρώτα γιατί πολλοί από αυτούς πήγαν στο εξωτερικό όχι εξ ανάγκης, αλλά συνειδητά, για να σπουδάσουν εκεί. Δεύτερον γιατί οι περισσότεροι φοιτητές φεύγουν στο εξωτερικό για να βρουν καλή δουλειά, σχετική με το επιστημονικό τους αντικείμενο. Κι αυτό δεν είναι εκπαιδευτικό ζήτημα, αλλά ζήτημα που αφορά στην κακή κατάσταση της ελληνικής οικονομίας. Η οποία αν δεν βελτιωθεί, η αιμορραγία επιστημονικού δυναμικού δεν πρόκειται να σταματήσει. Και τέλος, η κυβέρνηση χύνει κροκοδείλια δάκρυα, σαν τον πατροκτόνο. Που πρώτα σκότωσε τον πατέρα του και μετά παραπονείται για την ορφάνια του. Αφού η ίδια διώχνει 20.000 φοιτητές κάθε χρόνο τα τελευταία χρόνια, με το δήθεν αξιοκρατικό εφεύρημα της Ελάχιστης Βαθμολογικής Βάσης από τα ελληνικά πανεπιστήμια, ενώ υπήρχαν θέσεις σε αυτά - αυτοί οι 20000 υποψήφιοι θα είναι οι πρώτοι ενδιαφερόμενοι για τα "καινούργια" ιδιωτικά πανεπιστήμια. 


Η έκτη εξαπάτηση στην επιχείρηση νομιμοποίησης και λειτουργίας ιδιωτικών πανεπιστημίων, αφορά στην πλάνη ότι πρόκειται, δήθεν, για πανεπιστήμια. Για να είναι ένας εκπαιδευτικός οργανισμός πανεπιστήμιο, πρέπει να μην είναι μόνο διδακτήριο. Αλλά και να παράγει ένα μέρος της επιστημονικής γνώσης που μεταδίδει. Η επιστημονική έρευνα δηλαδή, βασική και εφαρμοσμένη, είναι θεμελιώδης προϋπόθεση για να είναι ένας εκπαιδευτικός οργανισμός πανεπιστήμιο. Και αυτές οι μικρές ιδιωτικές εκπαιδευτικές επιχειρήσεις στις οποίες αφορά το νομοσχέδιο, είναι απλά διδακτήρια. Η επιστημονική έρευνα χρειάζεται μεγάλες επενδύσεις σε υποδομές, σε εξειδικευμένο ακαδημαϊκό και τεχνικό προσωπικό, καθώς και σε εργαστήρια και σε εξοπλισμούς. Τις οποίες οι επιχειρηματίες που θα ωφεληθούν από τη λειτουργία των ιδιωτικών εκπαιδευτικών επιχειρήσεων δεν θα κάνουν ποτέ, καθώς αυτές δεν είναι ανταποδοτικές. Συνεπώς όχι μόνο δεν πρόκειται για μη κρατικά και μη κερδοσκοπικά πανεπιστήμια, αλλά στην ουσία πρόκειται για εκπαιδευτικές επιχειρήσεις που παρέχουν σχεδόν αποκλειστικά υπηρεσίες διδασκαλίας. Που σημαίνει ότι αυτοί οι οργανισμοί, χάριν των οποίων καταρρακώνουν σήμερα το Σύνταγμα, αλλά και καταστρέφουν τα δημόσια πανεπιστήμια για να ανοίξουν τον δρόμο στα ιδιωτικά, είναι στην ουσία "μη πανεπιστήμια". Το παράδειγμα της Κύπρου (και της Βουλγαρίας), όπου το ερευνητικό έργο των ιδιωτικών πανεπιστημίων προσεγγίζει το μηδέν, είναι χαρακτηριστικό. 

Η τελευταία εξαπάτηση έχει να κάνει με τις "μηδενικές" αρνητικές επιπτώσεις που θα έχει η ίδρυση των ιδιωτικών πανεπιστημίων, στα υπάρχοντα δημόσια πανεπιστήμια. Ποιος μπορεί να σιγουρέψει ότι στο τέλος δε θα προσπαθήσουν οι ιδιώτες να έχουν πρόσβαση στον κρατικό κορβανά, για να χρηματοδοτηθούν τόσο για το ερευνητικό όσο και το διδακτικό τους έργο; Ποιος δεν αποκλείει την επίκληση του Συντάγματος ώστε οι φοιτητές και οι διδάσκοντες να έχουν ίση πρόσβαση σε χρηματοδοτήσεις; 

Αλλά όλα τα παραπάνω προφανώς ελάχιστα απασχολούν τους κυβερνώντες. Εξάλλου τι είναι μερικές λεπτομέρειες μπροστά στην πρόοδο;

Δευτέρα 27 Νοεμβρίου 2023

Το "Μινιόν" δεν ξαναγυρίζει - όσο και αν θα το θέλαμε...

Για όσους είναι πάνω από 40, και είτε ζούσαν είτε περνούσαν ως επισκέπτες από την Αθήνα, το "Μινιόν" αποτέλεσε ένα σημείο "κατατεθέν" της παιδικής τους ηλικίας. Ο τελευταίος όροφος του, ο γεμάτος παιχνίδια και η αίθουσα στο "πατάρι" που λάμβαναν μέρος παραστάσεις, συναυλίες και γιορτές κάθε Σαββατοκύριακο (τις μη εορταστικές περιόδους) και καθημερινά (τις εορταστικές), δωρεάν για όλους, σίγουρα θα τους μείνουν αξέχαστα. Το "Μινιόν" ξαναήρθε στην επικαιρότητα, μιας και οι νυν ιδιοκτήτες του, έχοντας μετατρέψει το κτίριο σε γραφεία και διαμερίσματα, το φωταγώγησαν - δίνοντάς του, ένα "εορταστικό" χαρακτήρα. Αμέσως το διαδίκτυο γέμισε με "ειδήσεις" που ως κεντρικό τίτλο είχαν ότι "το Μινιόν επιστρέφει". Προφανώς κάτι τέτοιο δε συμβαίνει - αλλά τα δεκάδες sites που αναμετάδωσαν την είδηση βασίστηκαν στη γενικευμένη νοσταλγία για να μαζέψουν "επισκέψεις"...Το άρθρο του Μιχάλη Τσαμπά, σχολιάζει την "είδηση" - και αξίζει να διαβαστεί...

"Η νοσταλγία είναι ένα από τα πιο έντονα συναισθήματα ενός ανθρώπου. Συνήθως αφορά όμορφες στιγμές που έχει ζήσει κανείς στο παρελθόν. Το μακρινό κυρίως. Κάθε χρόνο, τέτοιες ημέρες, την περίοδο των Χριστουγέννων ένα συγκεκριμένο θέμα έχει περίοπτη θέση στην λίστα με τα viral θέματα. Είτε αφορούν ένα άρθρο σε κάποιο site, είτε μια ανάρτηση στα social media. Και το όνομα αυτού (του viral θέματος ντε...) «Μινιόν». 

Χιλιάδες λέξεις, εκατοντάδες αναρτήσεις, δεκάδες videos αφορούν το πολυκατάστημα – μύθος που μεσουρανούσε στην Αθήνα τις δεκαετίες του '60, του '70 και του '80. Η νοσταλγία χτυπάει... κόκκινο σε ό,τι έχει να κάνει με το απόλυτο meeting point (όπως λένε και στο χωριό μου) εκείνων των δεκαετιών. Μικροί και μεγάλοι. Παιδιά και γονείς. Παππούδες και εγγόνια. Όλοι ζούσαν τον μύθο από τα χρώματα, από τα χιλιάδες παιχνίδια, από τις κυλιόμενες σκάλες. Ειδικά οι τελευταίες, στα παιδικά μάτια έμοιαζαν ως την μεγαλύτερη ανακάλυψη του κόσμου. Σκέψη αρκετή ώστε τα «πάνω – κάτω» να είναι σε μόνιμη βάση. 

Οι φωτογραφίες με την θρυλική σακούλα του «Μινιόν», τα videos με την grande υποδοχή του Άϊ – Βασίλη, οι πόζες των παιδιών μπροστά από τον «γεράκο με την κόκκινη στολή και στην μακριά άσπρη γενιάδα» κάθε χρόνο, τέτοιες μέρες, κάτι σαν έθιμο πια κάνουν την εμφάνισή τους. Κι από κάτω στα σχόλια, οι πάντες έχουν κάτι να θυμηθούν. Ένα περιστατικό, μια αξέχαστη αγορά, ένα αγαπημένο πρόσωπα, την πρώτη τους επίσκεψη. Η νοσταλγία που λέγαμε στην αρχή... Και ξαφνικά πριν μερικά 24ωρα μια φωτογραφία έκανε τον «γύρο του κόσμου». To... copy paste είχε την τιμητική του. Ο ένας μετά τον άλλο. «Το Μινιόν φωταγωγήθηκε», ήταν στο περίπου η λεζάντα που θύμιζε την... πιστολιά του αφέτη ώστε να αρχίσει ο αγώνας των αναμνήσεων. 

Προφανώς και η μοναδική ομοιότητα στις δύο περιπτώσεις του τότε και του σήμερα είναι μόνο το όνομα. Δεν υπάρχει ούτε χρονοκάψουλα, ούτε μηχανή του χρόνου να μας ταξιδέψει, να μας γυρίσει, σε εκείνον τον παράδεισο των μικρών και των μεγάλων. Ένας γίγαντας από σίδερο, ένα θηρίο με γραφεία και εκατοντάδες παράθυρα είναι αυτό που πρόσφατα φωταγωγήθηκε, κυρίως για την φωτογραφία και την λεζάντα αφού ακόμη δεν είναι λειτουργικό. Ένας κολοσσός που σε μερικούς μήνες θα φιλοξενεί γραφεία, υπηρεσίες, διαμερίσματα και καταστήματα μάλλον στο γιγαντιαίο ισόγειο. 

Ενα κτίριο που προφανώς θα δώσει και χρώμα και αίγλη στο καταταλαιπωρημένο κέντρο της πρωτεύουσας. Όμως «Μινιόν» δεν θα είναι. Δεν θα είναι ξανά το χριστουγεννιάτικο στέκι των μικρών, δεν θα είναι ο εμπορικός παράδεισος των μεγάλων. Δεν θα είναι μια εστία αναμνήσεων και διηγήσεων. Το «Μινιόν» ήταν ένα. Και όσοι δεν ξέρετε το γιατί, αναζητήστε το αυτές τις γιορτινές ημέρες με μια βόλτα στον «ιντερνετικό ωκεανό».